Αρχάριος ακόμη στη μοναχική ζωή ο Όσιος Μωϋσής ο Αιθίοψ, πολεμήθηκε από σαρκική επιθυμία. Πήγε τότε ταραγμένος να εξομολογηθεί στον Αββα Ισίδωρο.

Ο γέροντας τον άκουγε με συμπάθεια και αφού του έδωσε τις συμβουλές που έπρεπε, του είπε να γυρίσει πίσω στο κελί του. Επειδή όμως εκείνος δίσταζε ακόμη, μήπως επιστρέφοντας του ανάψει πάλι η φλόγα της κακής επιθυμίας, ο Αββας Ισίδωρος τον πήρε από το χέρι και τον ανέβασε σ’ ένα μικρό δωμάτιο, που είχε πάνω από το κελί του.

- Κοίταξε εδώ, του είπε, δείχνοντας προς τη δύση.

Είδε τότε ο Μωϋσής ένα ολόκληρο στράτευμα από πονηρά πνεύματα με τεντωμένα τόξα, έτοιμα για πόλεμο και τρόμαξε.

- Κοίταξε τώρα προς την ανατολή, είπε πάλι ο γέροντας.

Μυριάδες αγγέλων σε στρατιωτική παράταξη ήταν έτοιμοι να να αντιμετωπίσουν τον εχθρό.

- Όλοι αυτοί, του είπε ο Αββας Ισίδωρος, είναι σταλμένοι από το Θεό να βοηθήσουν τον αγωνιστή. Βλέπεις πως οι σύμμαχοι μας είναι πολύ περισσότεροι και ασυγκρίτως ισχυρότεροι από τους εχθρούς μας!

Ο Μωϋσής ευχαρίστησε με την καρδιά του το Θεό γι’ αυτή την αποκάλυψη και παίρνοντας θάρρος, γύρισε στο κελί του για να συνεχίσει τον αγώνα του.

(Όσιος Μωϋσής ο Αιθίοψ, 28 Αυγούστου)

Πηγή: Από το Ημερολόγιο της Ι.Μ. Αγ. Γερασίμου του Ιορδανίτου Ιεροσόλυμα

0 Σχόλια