Ό μοναχός 'Αγάπιος, Ιθακήσιος, «άποστολικός κήρυξ, ενάρετος, άκτή-μων, άνάργυρος, έτυχε κάποτε νά εύρεθή εις Κωνσταντινούπολιν, τάς ήμέρας του άγιου Πάσχα τόν καιρόν τών βασιλέων, όποϋ έδιδαν άδειαν, οί
'Ρωμαίοι τρεις ήμέρας νά φοροϋν ό,τι θέλουν, καί νά χορεύουν εις τό Φανάρι, καί εις τούς πλησίον έκεϊ τόπους παρρησία, εις τά σοκάκια μέσα, εις ταϊς στράταις, καί νά φωνάζουν καί νά τραγωδούν μέ βγιολιά, καί μέ άλλα μουσικά όργανα, καί μέ κανάταις κρασί· τούτο τό έφθασα καί έγώ, καί όφθαλμοφανώς τό είδα, καί αύτό καί τόν Άγάπιον. "Οταν δέ τούτοι οί
χοροί έγίνονταν κατά μέρος, τάγματα τάγματα, ήγουν τά κασάπ-όγλάνια μέ τά κασάπ-όγλάνια, οί γουναράδες μέ τούς γουναράδες, καί τά λοιπά τάγματα, φουφέτια λεγόμενα, παρομοίως. 
Τότε έτυχε νά εύρεθή εις τό μετόχιον τού 'Αγίου Τάφου ό 'Αγάπιος· καί
εξελθόντες εις τήν πόρταν οί πατέρες, διά νά ιδούν τούς χορούς νά εύθυ-
μήσουν, εύγήκε καί ό 'Αγάπιος· καί βλέπωντας ενας τέτοιος άνθρωπος, ώς
ήταν ό 'Αγάπιος, μίαν τέτοιαν άταξίαν τών Χριστιανών, καί άσχημοσύνην
νά γίνεται τέτοιας άγιας ήμέρας, έντράπη, έλυπήθη, έδάκρυσεν, έστέναξε-
καί κουνώντας τό κεφάλι - άχ, χριστιανοί, άχ, 'Ρωμαίοι, έφώναξεν, έτζι εορ-
τάζεται ή Άνάστασις τού Κυρίου; έτζι δοξάζεται ό εκ νεκρών άναστάς Χρι-
στός, ό άληθινός Θεός ήμών!
Ταύτα λέγων αύτός, κόπτει τόν λόγον του εύθύς ένας άπό τούς συμπα-
ρεστώτας έκεϊ πατέρας, καί - βλέπεις, δάσκαλε, λέγει, βλέπεις αύτούς
οπού σήμερον χορεύουν, πηδούν, φωνάζουν, πίνουν, καί άτακτούν, ώς
λέγεις, καί άσχημονούν, καί τούς λυπάσαι, καί κλαίεις; Αΰριον άν γίνη μία
βασιλική προσταγή, νά άρνηθούν τόν Χριστόν, πρώτοι αύτοί πάλι θέλει
τρέξουν νά μαρτυρήσουν διά τόν Χριστόν, καί νά σφάζωνται ώς τά πρό-
βατα!
Ταύτα δέ ειπών έκεΐνος έκεϊ μόνον, βλέπεις τόν Άγάπιον (θαρρείς καί τόν
βλέπω) καί εύθύς άλλάζει τό πρόσωπο έίς τό χαρούμενον, εύθύς εύγάζει, τινάζει τό ράσο, καί τρέχει νά μπή καί αύτός εις τόν χορόν νά χορεύση·
ττιάνοντές τον - άφήσατέ με! έφώναζεν ό 'Αγάπιος· άφήσατέ με νά ύπάγω
νά χορεύσω καί εγώ μέ τούς φιλοχρίστους καί μάρτυρας τού Χριστού!

0 Σχόλια