Η Ρωσία εορτάζει την επέτειο των 1025 χρονών από τον εκχριστιανισμό της και των 25 χρόνων από τον «δεύτερο εκχριστιανισμό» - την αναγέννηση της θρησκευτικής ζωής λίγο πριν τη διάλυση της ΕΣΣΔ
Ακριβώς μαζί με τον εορτασμό των 1000 χρονών από τον εκχριστιανισμό της Ρωσίας, την εποχή της “περεστρόικα” του
Γκορμπατσόφ, επανέκαμψε σε μεγάλη κλίμακα και το ενδιαφέρον για την
Εκκλησία, πρώτα στην ΕΣΣΔ, και έπειτα στη μετασοβιετική Ρωσία, αφού προηγήθηκε μια παρατεταμένη περίοδος αγώνων για την θρησκευτική πίστη, που καλύπτει όλα σχεδόν τα χρόνια της σοβιετικής εξουσίας.
Όταν κατά τη δεκαετία του 1920 το μεγαλύτερο μέρος του κλήρου υπέστη διωγμούς και χάθηκε στις φυλακές, ο μητροπολίτης Σέργιος (Στραγκορόντσκι) ηγήθηκε της εκκλησιαστικής ιεραρχίας. Ο Σέργιος προχώρησε σε πολιτικό συμβιβασμό με το μαχητικά αθεϊστικό καθεστώς των μπολσεβίκων, όμως, παρ' όλα αυτά, η μηχανή της καταστολής λειτουργούσε ανελέητη. Τη στιγμή της χιτλερικής επίθεσης στην ΕΣΣΔ τον Ιούνιο του 1941, ήταν ελεύθεροι μόνο τρεις ή τέσσερις επίσκοποι που δρούσαν νομίμως, και μόνο μερικές δεκάδες ναοί ήταν ανοιχτοί. Και όλο αυτό σε μια χώρα, όπου πριν την επανάσταση λειτουργούσαν χιλιάδες εκκλησίες, εκατοντάδες μοναστήρια, ενώ ο αριθμός των κληρικών αντιστοιχούσε σε δεκάδες χιλιάδες άτομα!
Ταυτόχρονα στην ΕΣΣΔ υπήρχε η λεγόμενη “Εκκλησία των κατακομβών”, οι ιεράρχες της οποίας δεν αναγνώριζαν το πολιτικό καθεστώς που κυριαρχούσε στη χώρα και λειτουργούσε κρυφά. Εκτός συνόρων υπήρχε η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία του εξωτερικού, η οποία λειτουργούσε σε συνθήκες σχετικής ελευθερίας. Χάρη στην εκδοτική δραστηριότητα της Εκκλησίας του εξωτερικού, αργότερα, κατά τις δεκαετίες ‘70-80, ένα έστω μικρό ρεύμα θρησκευτικής λογοτεχνίας εισέρρευσε στην ΕΣΣΔ.
Από το 1943 ξεκινά η περίοδος αλλαγής της σχέσης του πολιτικού καθεστώτος και της εκκλησίας: απελευθερώνονται από τις φυλακές κληρικοί και λαϊκοί που είχαν καταδικαστεί για θρησκευτική δράση, επιστρέφονται κάποια από τα μοναστήρια και τους ναούς που είχαν νωρίτερα απαλλοτριωθεί, ανοίγουν ξανά τις πόρτες τους μερικές από θρησκευτικές σχολές. Αυτή η σύντομη περίοδος λήγει ήδη το 1948, όταν τίθεται σε ισχύ νέο διάταγμα της Κεντρικής Επιτροπής του κομμουνιστικού κόμματος για την ενίσχυση της αθεϊστικής προπαγάνδας ανάμεσα στον πληθυσμό. Όμως οι μαζικές καταστολές των κληρικών και των πιστών σταμάτησαν. Η αντιεκκλησιαστική καμπάνια την εποχή του Χρουστσόφ δεν είχε τον άγριο και αιματηρό χαρακτήρα εκείνης των δεκαετιών ‘20-30.
Οι διανοούμενοι στο προσκήνιο
Η νέα φάση της χριστιανικής αναγέννησης αρχίζει κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’70, που σηματοδοτήθηκε από μαζικό εκκλησιασμό διανοουμένων. Τα πιο γνωστά στη Δύση είναι τα ονόματα των πρωτοπρεσβυτέρων Αλεξάντρ Μεν, ο οποίος ήταν ένας από τους πρώτους ιεραποστόλους της νέας εποχής και Ντμίτρι Ντουντκό. Τη δεκαετία του 1980 εμφανίζονται ανεπίσημα μαθήματα με σκοπό τη χριστιανική διαφώτιση – του Αλεξάντρ Ογκορόντνικοφ, ο οποίος είχε περάσει οκτώ χρόνια στις φυλακές για τη πίστη του και του Βίκτορ Αξιούτσιτς, ο οποίος μαζί με τον Γκλεμπ Ανίσενκο δημιούργησε το 1987 το περιοδικό της ρωσικής χριστιανικής παιδείας “Βίμπορ” (“Επιλογή”), που συσπείρωσε τους σημαντικότερους εκπροσώπους της νέας ρωσικής χριστιανικής διανόησης.
Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, την εποχή του
Μπορίς Γέλτσιν, η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία αποκτά όλες τις δυνατότητες για την αποκατάσταση της παλιάς της επιρροής. Η κρίση αξιών, η αμηχανία των ανθρώπων μπροστά στην νέα πραγματικότητα, που χαρακτήρισαν τη “περεστρόικα” καθώς και τα χρόνια του Γέλτσιν, αναγκάζει την κοινωνία να στραφεί προς την Εκκλησία. Θα λάβει χώρα ένας μαζικός και ενίοτε αρκετά επιφανειακός εκκλησιασμός των αθεϊστών του χθες, που αντιλήφθηκαν την Ορθοδοξία όχι τόσο ως μια θρησκεία που βασίζεται σε πνευματικές αρχές, αλλά ως πηγή μιας νέας ιδεολογίας, ικανής να υποκαταστήσει τον κομμουνισμό.
Κρίση και μεταρρυθμίσεις
Σήμερα ακούγονται πολλά για τη νέα κρίση της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ο Πατριάρχης Κύριλλος, ο οποίος ανέλαβε την εκκλησιαστική εξουσία υπό την σημαία των μεταρρυθμίσεων, έγινε ξαφνικά στόχος επιθέσεων εκ μέρους του φιλελεύθερου τμήματος της κοινωνίας και ως αποτέλεσμα πρέπει τώρα να αναζητά την υποστήριξη της συντηρητικής εκκλησιαστικής πλειοψηφίας. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η υπόθεση των “Pussy Riot”, ενός πανκ συγκροτήματος που πραγματοποίησε μία ριζοσπαστική περφόρμανς στον καθεδρικό ναό του Πατριάρχη – τον Ναό του Σωτήρος. Η φιλελεύθερη κοινότητα επέκρινε τον Πατριάρχη για «φονταμενταλιστική ακαμψία» προς τις νεαρές (αν και η Εκκλησία, όντας ανεξάρτητη από το κράτος, δεν δικαιούται να επηρεάζει δικαστικές αποφάσεις).
Η δραστική ενσωμάτωση των εκκλησιαστικών θεσμών στη ζωή της ρωσικής κοινωνίας, η οποία απέχει αρκετά από το τέλειο, γεννά όλο και περισσότερη δυσπιστία απέναντι στην Εκκλησία ως κοινότητα με πνευματικούς στόχους. Η οικονομική ευημερία της εκκλησιαστικής “ελίτ”, η οποία αντιπροσωπεύει ένα ελάχιστο μέρος της Εκκλησίας, αποδίδεται, συχνά και αβάσιμα, σ' όλον τον θεσμό εν γένει.
0 Σχόλια