Η περίοδος της αγίας και μεγάλης Τεσσαρακοστής μοιάζει με ένα πέλαγος στη θάλασσα της ζωής μας και η πορεία μας στη διάρκειά της είναι ένα όμορφο και κατανυκτικό ταξίδι.
Το πνευματικό αυτό ταξίδι ξεκινά από την Καθαρά Δευτέρα και διαρκεί σαράντα ημέρες, έως και την Παρασκευή πριν από την εορτή της Αναστάσεως του Λαζάρου. Κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματά του είναι η προσευχή και η έντονη λατρευτική ζωή, η νηστεία σε συνδυασμό με την έμπρακτη αγάπη και η μετάνοια, ως πέρασμα από την δουλεία των παθών και της αμαρτίας προς την αληθινή Ζωή με τον Χριστό.
Σκοπός του ταξιδιού είναι να μας προσορμίσει στο λιμάνι της αγίας και μεγάλης Εβδομάδος, ώστε με την πνευματική προετοιμασία των 40 ημερών, να προσκυνήσουμε τα άχραντα πάθη και την ζωοποιό Ανάσταση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Να εορτάσουμε το ετήσιο Πάσχα και να λάβουμε αφορμή να εορτάζουμε το Πάσχα και κάθε Κυριακή του χρόνου.
Η αγία και μεγάλη Τεσσαρακοστή λοιπόν αποτελεί την πορεία μας προς το Πάσχα και θεσπίσθηκε από την Εκκλησία μας να έχει διάρκεια 40 ημερών, κατά μίμηση της νηστείας του Θεανθρώπου Κυρίου μας. Όπως μας διηγείται ο Ευαγγελιστής Ματθαίος στους 11 πρώτους στίχους του 4ου κεφαλαίου του Ευαγγελίου του, ο Κύριος πριν ξεκινήσει την επί γης δημόσια δράση του για τη σωτηρία μας προετοιμάστηκε στην έρημο νηστεύοντας 40 ημερονύκτια για να αντιμετωπίσει τούς γνωστούς τρεις πειρασμούς του διαβόλου, τους σχετικούς α) με την τροφή του ανθρώπου β) με τη λατρεία του Θεού και γ) με τον εγωϊσμό και την φιλοδοξία.
Ο πιστός Χριστιανός λοιπόν καθώς προετοιμάζεται να εορτάσει την απόλυτη νίκη του Αναστημένου Χριστού επί του διαβόλου και του θανάτου αποδύεται με τη σειρά του σε έναν ανάλογο πνευματικό αγώνα, αντιτάσσοντας στον πρώτο πειρασμό την νηστεία, στον δεύτερο τήνλατρεία του μόνου αληθινού Θεού και στον τρίτο την ταπείνωση, ως μητέρα όλων των αρετών.
Η νηστεία λέει ο Μ. Βασίλειος, πως έχει την ίδια ηλικία με τον άνθρωπο. Είναι η πρώτη εντολή του Θεού στον άνθρωπο, όπως περιγράφεται στον 17ο στίχο του 2ου κεφαλαίου του βιβλίου της Γενέσεως της Παλαιάς Διαθήκης: «Από το δένδρον όμως της γνώσεως του καλού και κακού δεν πρέπει ποτέ να φάγετε...»
Στην εκκλησιαστική γλώσσα η λέξη τεσσαρακοστή είναι σχεδόν συνώνυμη με τη λέξη νηστεία, καθώς η νηστεία αποτελεί την πιο χαρακτηριστική έκφραση της περιόδου αυτής.
Σύμφωνα με τους ιερούς Κανόνες και την Τάξη της Εκκλησίας μας από Δευτέρας έως και Παρασκευής νηστεύουμε ακόμη και το λάδι, από τις τροφές, που τρώμε. Ιδιαίτερη έμφαση δίδεται στις ημέρες της Τετάρτης και της Παρασκευής, οι οποίες βεβαίως είναι και ημέρες νηστείας καθ΄ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Τα Σάββατα και τις Κυριακές επιβάλλεται να καταλύουμε τροφές, που μαγειρεύονται με λάδι, εννοείται πάντοτε νηστίσιμες, διότι κανένα Σάββατο δεν νηστεύεται το λάδι πλην του Μεγάλου Σαββάτου, ενώ τις Κυριακές εορτάζουμε την ανάσταση του Χριστού και άρα δεν χωρεί νηστεία.
Ωστόσο αυτή είναι η μία όψη της νηστείας, η υλική, η οποία για λόγους, υγιείας, γήρατος η αλλων καταστάσεων, όπως π.χ. εγκυμοσύνης της γυναίκας ρυθμίζεται αναλόγως από την Εκκλησία μέσω του Πνευματικού Πατέρα, που γνωρίζει τις δυνατότητες, τις αντοχές και τις πνευματικές δυνάμεις της κάθε ψυχής.
Από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες η Εκκλησία μέσα από την Πατερική διδασκαλία και με την ίδια της την ζωή κατέστησε σαφές, ότι νηστεία και άσκηση δεν σημαίνει αποχή μόνο από ορισμένες τροφές. Αυτό εξάλλου ίσως είναι το εύκολο σημείο της νηστείας.
Νηστεία σημαίνει απαραιτήτως αγώνα απαλλαγής από τα πάθη μας και προσπάθεια απόκτησης των χριστιανικών αρετών. Ο Μ. Βασίλειος σε μία ομιλία του για την νηστεία τονίζει: «Δεν φτάνει η αποχή και μόνο από τις τροφές για να είναι άξια επαίνου η νηστεία μας. Ας νηστέψουμε νηστεία ευπρόσδεκτη και ευάρεστη στον Θεό. Αληθινή νηστεία είναι η απομάκρυνση από οτιδήποτε το κακό και εφάμαρτο. Η εγκράτεια της γλώσσας, η αποχή από τον θυμό, ο χωρισμός από τις αισχρές επιθυμίες, την καταλαλιά, το ψέμμα και την επιορκία. Η απουσία και η στέρηση από αυτά είναι αληθινή νηστεία. Όταν αγωνιζόμαστε για όλα αυτά τότε η νηστεία μας είναι καλή και ωφέλιμη». Τόσο σημαντική είναι αυτή η διευκρίνηση, ώστε η διδασκαλία του έγινε ο εισαγωγικός ύμνος της Εκκλησίας για την αγία και μεγάλη Τεσσαρακοστή.
Η χριστιανική ζωή δεν είναι χωρίς σκοπό και ο πνευματικός μας αγώνας χωρίς νόημα. Ύψιστος σκοπός της ζωής μας είναι η κοινωνία και η ένωσή μας με τον Θεό. Το νόημα του αγώνα, που διεξάγουμε είναι να γίνουμε μέτοχοι της εν Χριστώ σωτηρίας και αυτό επιτυχάνεται μέσα από την κοινωνία, την ειλικρινή σχέση με τους αδελφούς μας.
«Μην περιορίζεις όμως την αρετή της νηστείας μόνο στη δίαιτα, επισημαίνει σε άλλο σημείο του λόγου του ο Μ. Βασίλειος. Να αποξενωθείς από τα πάθη και τις αμαρτίες: Να μην αδικήσεις κανένα. Να συγχωρήσεις τον αδελφό σου για τη λύπη, που σου προξένησε, για το κακό, που σου έκανε, για τα λεφτά, που σου χρωστάει. Διαφορετικά μολονότι δεν τρως κρέας, τρως τον ιδιο τον αδελφό σου. Μολονότι εγκρατεύεσαι στο κρασί, δεν κρατάς το στόμα σου στις άσχημες κουβέντες. Μολονότι νηστεύεις ως το βράδυ, ξοδεύεις τη μέρα σου στα δικαστήρια.»
Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν, ότι η άσκηση της Εκκλησίας δεν εκφράζει ένα ανθρώπινο ατομικό επίτευγμα, αλλά πραγματοποιείται ως ένας αγώνας του ανθρώπου, που τον διεξάγει σε κοινωνία με τους άλλους ανθρώπους. Η νηστεία είναι κυρίως πνευματική άσκηση και θεωρείται ως μία πάλη, που γίνεται με τη χάρη του Θεού και με σκοπό να ξαναβρεί ο άνθρωπος και να ζήσει την εν Χριστώ ακεραιότητα και ωραιότητά του, όπως την είχε πριν την πτώση στη αμαρτία. Μια τέτοια άσκηση είναι απαραίτητο να συνοδεύεται από ταπείνωση, αλλά όχι ταπεινολογία και από διάθεση ομολογίας της πίστεώς μας, αλλά όχι από διαφήμιση.
Η οποιαδήποτε άσκηση μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία επέχει θέση πνευματικής θυσίας, που ελκύει τη χάρη και το έλεος του Θεού. Χωρίς τη χάρη του Θεού και τη διάθεση για πνευματική αναβάθμιση παραμένει ατελής, εξαντλείται στα μέσα και εγκαταλείπει τον σκοπό, που δεν είναι άλλος παρά να φθάσουμε στην ταπείνωση. Μέσα από την ταπείνωση να φθάσουμε στην αγάπη και εκεί να βρούμε το Θεό της σωτηρίας μας. Μην ξεχνάμε, πως ο Διάβολος είναι ο μεγαλύτερος «ασκητής»! Δεν τρώει, δεν κοιμάται, αλλά όμως παραμένει διάβολος, γιατί δεν γνωρίζει να ταπεινώνεται και να αγαπά παραμένοντας στην κόλασή του.
Η πνευματική αναγωγή του πιστού μάλιστα στην ταπείνωση και τις άλλες αρετές προάγεται ασφαλώς και κατευθύνεται από το συνδυασμό της χριστιανικής ασκήσεως με τη θείας λατρεία.
Για την αρμονική πνευματική πρόοδο των πιστών η μεγάλη Τεσσαρακοστή έχει μία ιδιαίτερα φροντισμένη και προγραμματισμένη λατρευτική ζωή.
Πέρα από την πνευματική πανδαισία των πέντε Κυριακών των Νηστειών κατά τις οποίες τελείται η βαθύτατα θεολογική και κατανυκτική θεία Λειτουργία του Μ. Βασιλείου κεντρική θέση κατέχουν όλες οι Ακολουθίες του νυχθημέρου. Το Μεσονυκτικό, ο Όρθρος, οι Ώρες, ο Εσπερινός και κυρίως το Μεγα Απόδειπνο με την αγωνιώδη λυρική κραυγή «Κύριε των Δυνάμεων μεθ΄ ημών γενού, άλλον γαρ εκτος Σου βοηθόν εν θλίψεσιν ουκ έχομεν, Κύριε των δυνάμεων ελέησον ημάς.», αλλά και οι ακολουθίες των Χαιρετισμών της Θεοτόκου κάθε Παρασκευή απόγευμα, που ψάλλονται σε θέση προερτίων η μεθεορτίων της εορτής του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Όλες μαζί αποτελούν την καρδιά του πνευματικού μας αγώνα καθώς είναι εμπλουτισμένες, μ' ένα πλήθος εκλεκτών αγιογραφικών αναγνωσμάτων και κατανυκτικών ύμνων, για να ενισχύουν την από μέρους μας νηστεία και την άσκηση των αρετών. Απαραίτητη προϋπόθεση όμως για να επιτύχει η πνευματική μας προσπάθεια είναι η συχνή θεία κοινωνία. Έτσι λαμβάνουμε θεϊκή ενίσχυση στη ζωή μας, επικυρώνουμε τους αγώνες μας, εφοδιαζόμαστε για το ταξίδι μας στην αιωνιότητα και ζούμε τη ζωή του Χριστού, καθώς γινόμαστε σύναιμοι και σύσσωμοι μαζί Του.
Κυρίαρχη θέση στο σαρακοστιανό λειτουργικό στερέωμα κατέχει η θεία λειτουργία των Προηγιαμένων Δώρων. Είναι μια ιδιαίτερη εσπερινή ακολουθία, που τελείται συνήθως την Τετάρτη το απόγευμα και την Παρασκευή το πρωί και εξυπηρετεί την αναγκαιότητα για συχνή θεία κοινωνία. Επειδή ο έντονα πανηγυρικός χαρακτήρας της θείας Λειτουργίας δεν συνάδει με τον πένθιμο και κατανυκτικό χαρακτήρα της περιόδου αυτής, η Εκκλησία έκρινε, πως δεν μπορεί να τελείται τις καθημερινές η κανονική θεία Λειτουργία. Έτσι οδηγήθηκε στη λύση να μεταδίδει στους πιστούς, δύο φορές μέσα στην εβδομάδα, το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, τα οποία προαγιάζονται στην θεία Λειτουργία του Σαββάτου η της Κυριακής και διατηρούνται στο άγιο Αρτοφόριο, που ευρίσκεται πάνω στην Αγία Τράπεζα.
Η συχνή θεία κοινωνία εξαγιάζει την οποιαδήποτε μορφή άσκησης, και αξιώνει τον αγωνιζόμενο πιστό να αφιερώσει τον κόπο του, ως ευλαβική θυσία στον Κύριο, ώστε να λάβει πολλαπλάσια την ευλογία Του τώρα και στην αιωνιότητα.
Το μυστικό της επιτυχίας βρίσκεται στο μυστήριο της μετανοίας και της εξομολογήσεως. Εκεί όπου προεξάρχει η ταπείνωση κι ο πιστός με εσωτερική συντριβή μετά από την αυτοκριτική του προσεγγίζει το επιτραχήλιο του Πνευματικού Πατέρα και αποθέτει στον αοράτως παριστάμενο Κύριο τις αμαρτίες του, τις πονηρές του σκέψεις, τις κακές του πράξεις, ακόμη και τους λογισμούς του μυαλού του κι ο,τι βαρύνει τη συνείδηση και την καρδιά του. Όχι επειδή ο Κύριος τα αγνοεί, αλλά για την ταπείνωση της εξαγόρευσης, που εξουθενώνει τον διάβολο. Με τη συγχωρητική ευχή επισφραγίζει ο Πνευματικός την μετάνοια και την εξομολόγησή του. Η χάρη του Θεού τότε επισκηνώνει στην ψυχή του πιστού, ενεργοποιειται με την απαραιτήτως συχνή θεία κοινωνία και εκείνος πορεύεται το αγώνα της αιώνιας ζωής του.
Ένας ύμνος ονομάζει την αγία και μεγάλη τεσσαρακοστή «στάδιο των αρετών, που άνοιξε και περιμένει, όσους θέλουν να αγωνισθούν»!
Ας εισέλθουμε κι εμείς με θάρρος και ελπίδα έχοντας κατά νουν τα όσα επισημάναμε και όπως επισφραγίζονται με την ευχή του οσίου Πατέρα μας Εφραίμ του Σύρου, που κοσμεί τις ιερές Ακολουθίες αυτής της περιόδου:
"Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, μην επιτρέψεις να με κυριεύσει το πνεύμα της αργίας, της περιέργειας, της φιλαρχίας, και της αργολογίας.
Χάρισε Εσύ σε μένα, τον τιποτένιο δούλο Σου, πνεύμα σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης.
Ναι, Κύριε και Βασιλιά μου, δος μου το χάρισμα να βλέπω μόνο τις δικές μου αμαρτίες και τα λάθη και να μη κατακρίνω τον αδελφό μου. Για Σένα που είσαι άξιος κάθε τιμής και δοξολογίας στους ατελεύτητους αιώνες. Αμήν."
Αρχιμ. Σωτήριος Κοσμόπουλος
0 Σχόλια