Ὁ νηπιοβαπτισμός εἶναι μία ἀρχαία συνήθεια τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ ὀρθόδοξη θεολογία διακρίνει σαφῶς μεταξύ βούλησης καί φύσης, ἔτσι ὥστε τά μυστήρια νά διαφαίνεται σαφῶς πώς δέν ἔχουν σχέση μέ τό μαγικό χαρακτήρα τῶν τελετῶν τῆς Ἀρχαίας Ἑλλάδας καί τῆς ἀνατολῆς. Ἡ θεία χάρη ἐπανορθώνει τή φύση καί τό "εἶναι" τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά δίχως τή συνεργία τῆς βούλησης δέν ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στήν τελείωση. Γί αὐτό τό βάπτισμα πού εἶναι γέννηση, ὅπως καί ἀνάσταση, ὡς ἀναπλαστική δημιουργία μέ κανένα τρόπο δέν μπορεῖ νά ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ἀνθρώπινη ἐλευθερία. Καί αὐτό δέν ἀποτελεῖ κανενός εἴδους μαγική διαδικασία, ὅπως ἄλλωστε ὡς μαγική διαδικασία δέν νοεῖται ἡ δημιουργία καί ἡ γέννηση τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία πραγματοποιεῖται δίχως τῆς συμβολή τῆς ἐλευθερίας του. Τό βάπτισμα λοιπόν, ὅπως καί ἡ φυσική γέννηση εἶναι δημιουργικό ἔργο τοῦ Θεοῦ, πού σκοπό ἔχει τή διόρθωση τῆς ἀνθρώπινης φύσης. Ἀποτελεῖ ἐπανόρθωση τῆς φύσης τοῦ ἀνθρώπου μέ ἀποτέλεσμα ἡ βούληση νά μή διαδραματίζει κανένα ἀπολύτως ρόλο σέ αὐτή τήν ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπου. Τελικά ὁ ἄνθρωπος μετέχει στή ζωοποιό δύναμη τοῦ Θεοῦ. Ἄλλωστε, ὅπως ὅλοι θά ἀναστηθοῦν δίχως τήν ἐλεύθερη βούλησή τους, θέλοντας καί μή, συμμετέχοντας στή τριαδική ζωή, ἔτσι ἀνασταίνονται καί ἀνορθώνονται ἀπό τή χάρη πού ἀπορρέει ἀπό τό μυστήριο αὐτό.
Ἡ ὀρθόδοξη θεολογία λοιπόν δέχεται τή μακαριότητα τῶν νηπίων, μίας καί ἡ βάπτιση ἀποκαθιστᾶ τή φύση τους, τή στιγμή πού αὐτή δέν κλίνει πρός τήν ἀλλοτρίωση (τή φθορά, τή ροπή πρός τό κακό) καί συνάμα δίχως νά βιάζει τή βούλησή τους. Ὁ ἀνάδοχος μάλιστα δέν ἀντικαθιστᾶ τή βούληση-θέληση τοῦ νηπίου, ἀλλά εἶναι ὁ ἐγγυητής μιᾶς χριστιανικῆς διαπαιδαγώγησης.
Σέ ὅτι ἀφορᾶ τό ζήτημα περί σωτηρίας τῶν νηπίων τό μόνο διασωθέν κείμενο τῆς πατερικῆς γραμματολογίας εἶναι τό κείμενο τοῦ Γρηγορίου τοῦ θεολόγου. Κατά τό θεοφόρο πατέρα αὐτό:
«Εἰ κρίνεις φόνου φονικόν ἐκ μόνου τοῦ βούλεσθαι, καί δίχα φόνου, βεβάπτισθω σοί καί ὁ θελήσας τό βάπτισμα δίχα τοῦ βαπτίσματος, εἰ δέ οὐκ ἐκεῖνο, πώς τοῦτο, συνιδεῖν οὐκ ἔχω. Εἰ βούλει δέ οὕτως, εἰ ἀρκεῖ σοί πρός δύναμιν τοῦ βαπτίσματος ὁ πόθος, καί διά τοῦτο δικάζη περί τῆς δόξης, ἀρκείτω σοί καί πρός δόξαν ἡ τῆς δόξης ἐπιθυμία. Καί τίς σοί βλάβη τό μή τυχεῖν ταύτης τήν ἔφεσιν ἔχοντι;».

0 Σχόλια