Η ΠΙΣΤΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΘΕΜΕΛΙΟ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ ΠΙΣΤΟΥ
Πώς όμως κατανοείται η πίστη καθεαυτήν; Η πίστη κατά τον ιερό Χρυσόστομο αποτελεί το πνευματικό θεμέλιο, πάνω στο οποίο οικοδομείται όλη η αγιοπνευματική ζωή των πιστών. Η ορθή πίστη, που διατυπώνεται αλαθήτως στα δόγματα της Εκκλησίας, δεν επιτρέπεται σε καμία περίπτωση να αμφισβητείται, αλλά ούτε και να τροποποιείται από κανένα θεσμικό φορέα ή από κάποιο μεμονωμένο πρόσωπο, όσο σημαντικό και αν συμβαίνει να είναι αυτό. Έτσι, αν κάποιος «δόγμα έχει
διεστραμμένον, καν άγγελος η μη πείθου» θα συστήσει ο χρυσορρήμονας ιεράρχης. Κατά συνέπεια, ούτε σε άγγελο του Θεού θα πρέπει να υπακούει κανείς, όταν αυτός διδάσκει μια διεστραμμένη πίστη. Αντίθετα, ο πιστός οφείλει να προσέχει στους λόγους εκείνου, που ορθοτομεί την αλήθεια, ακόμη και όταν συμβαίνει αυτός να έχει ανακόλουθη ως προς τους λόγους του ζωή. «Ει δε ορθά διδάσκει», σημειώνει χαρακτηριστικά, «μη τω βίω πρόσεχε, αλλά τοις ρήμασι». Η πίστη λειτουργεί αντιστρόφως ανάλογα προς τους λογισμούς. Οι λογισμοί κλονίζουν και διαιρούν τον έσω άνθρωπο, ενώ η πίστη τον στερεώνει και τον παγιώνει. Με άλλα λόγια, η πίστη και οι λογισμοί είναι αντίθετα πράγματα. Έτσι, όταν οι λογισμοί κλυδωνίζουν το νου μας, η πίστη ως ασφαλής άγκυρα μας απαλλάσσει όχι μόνο από το σάλο και το ναυάγιο, αλλά επιπλέον ανακουφίζει τη διάνοιά μας και τη μεταθέτει στον ουρανό. Καθεαυτήν η πίστη έχει και βαθύτατο γνωσιολογικό χαρακτήρα. Αυτό σημαίνει πρακτικά, πως χωρίς την πίστη κανείς δεν μπορεί να έχει πρόσβαση στην
αληθινή γνώση του Θεού6. Η επίγνωση της αληθείας του Θεού γεννιέται από την πίστη και όχι από τους λογισμούς μας. Εδώ θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι η γνώση του Θεού, κατά την πατερική και αγιοπνευματική εμπειρία της Εκκλησίας, είναι εκείνη η εμπειρική-βιωματική γνώση, η οποία προκύπτει από την άμεση υπαρξιακή μετοχή του ανθρώπου στις αποκαλυπτόμενες και μετεχόμενες άκτιστες θείες ενέργειες και ειδικότερα στη θεοποιό ενέργεια του Τριαδικού Θεού. Από τα παραπάνω αντιλαμβάνεται κανείς, ότι αξιολογικά η πίστη είναι ανώτερη από τη λογική του ανθρώπου. Γι' αυτό και όπου υπάρχει η πίστη προς το Θεό, είναι περιττή η θεολογική έρευνα, για να οδηγηθεί κάποιος στην πίστη. Η έρευνα μάλιστα αυτή αναιρεί την πίστη. «Ένθα γαρ πίστις, ου χρεία ζητήσεως»,
σημειώνει επιγραμματικά ο ιερός Πατέρας, και διευκρινίζει αμέσως: «η ζήτησις της πίστεώς εστιν αναιρετική». Στο χώρο της πίστεως, εκείνος που ενεργοποιείται ερευνητικά, ποτέ δε βρίσκει το ζητούμενο. Εκείνος δηλαδή που ερευνά για να πιστέψει, τελικά δεν μπορεί να πιστέψει μέσω αυτής της διαδικασίας. Γι' αυτό και μας συνιστά να μη ασχολούμαστε με έρευνες τέτοιου είδους. Αλλά,
αν αυτά είναι έτσι, πώς λέει ο Χριστός, «ερευνάτε τας γραφάς, ότι υμείς δοκείτε εν αυταίς ζωήν αιώνιον έχειν»; Στην περίπτωση αυτή, επεξηγεί ο μέγας ιεράρχης, ο Χριστός δεν εννοεί εκείνον που φορτώνεται με άκαρπους ερευνητικούς κόπους. Απλώς, συνιστά να ερευνούμε τις Γραφές έτσι, ώστε να γνωρίσουμε τί ακριβώς λένε, και όχι να αναζητούμε διαρκώς τεκμήρια για να πιστέψουμε. Άλλωστε, γι' αυτό ονομαστήκαμε πιστοί, για να πιστεύουμε χωρίς ενδοιασμούς στα λεγόμενα
και να μην αμφιβάλλουμε για τίποτε απ' αυτά. Αν, βέβαια, αυτά που λέει η Αγία Γραφή ήταν ανθρώπινα λόγια, θα έπρεπε να τα εξετάζουμε βασανιστικά.Εφόσον όμως είναι λόγια του Θεού, θα πρέπει να τα τιμούμε και να τα πιστεύουμε. Αν συμβαίνει πάντως να μη τα πιστεύουμε, τότε δε θα πεισθούμε ούτε και γι' αυτήν την ύπαρξη του Θεού. Η αξιοπιστία του Θεού είναι εκείνη, που δίνει περιεχόμενο στην πίστη. Γι' αυτό, «εκείνο εστί πίστις», σημειώνει, «όταν εκείνοις πιστεύωμεν τοις
μη βλεπομένοις, προς την αξιοπιστίαν του επαγγειλαμένου την διάνοιαν τείναντες». Η πίστη έχει θεμελιώδη σημασία για την ουσιώδη ποιότητα της χριστιανικής ζωής στο ιστορικό παρόν, αλλά και στο αιώνιο μέλλον του πιστού, γιατί αποτελεί την προϋπόθεση της σωτηρίας, αφού «ταύτης άνευ ούκ ενι σωθήναι ποτέ». Χωρίς αυτήν δεν είναι δυνατόν ποτέ να σωθεί κανείς.
Καθ.ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗ "Πίστη και αγάπη το θεμέλιο και η τελειότητα της χριστιανικής ζωής κατά τον Ιωάννη Χρυσόστομο".