Η ΣΥΓΚΑΤΑΒΑΣΙΣ ΤΟΥ ΔΕΣΠΟΤΟΥ
Ο Κύριος ηθέλησε να σώση το γένος των ανθρώπων. Δια την σωτηρίαν μας δεν έστειλεν άγγελον. Ήλθεν ο ίδιος. Δεν έστειλεν αγγέλους, αλλ’ αυτός ο ίδιος περιώδευσε μεταξύ των ανθρώπων και εζήτησεν εκείνους, που θα εδέχοντο την σώζουσαν αλήθειάν του. Με την διδασκαλίαν του μετέδιδε τα μέγιστα των αγαθών. Επεσκέπτετο και τας οικίας ακόμη ασθενών, οι οποίοι είχον ανάγκην θεραπείας.
Άλλοτε, απλώς με την παρουσίαν του, και άλλοτε θέτων επί των ασθενών την χείρα του, εσκόρπιζε παντού τας θεραπείας του. Εις τον ένα, που εγεννήθη τυφλός, δίδει το φως των οφθαλμών του· τον Λάζαρον, που ήτο προ τεσσάρων ημερών νεκρός μέσα εις τον τάφον, τον φωνάζει και με την φωνήν του τον ανιστά. Με τα θαύματά του τα
μεγάλα εφανέρωνε την δύναμίν του, εμπρός εις την οποίαν τα πάντα υπεχώρουν, εφανέρωνεν όμως και την μεγάλην φιλανθρωπίαν, ένεκα της οποίας συγκατέβη να ελθη εις την γήν. Οι δεσμώται του άδου επρεπε να λυθούν. Το εργον πάλιν της λυτρώσεώς των δεν το ανέθεσεν εις αγγέλους ή εις αρχαγγέλους, αλλά κατήλθεν αυτός εις το δεσμωτήριον του άδου. Δια να ελευθερωθούν οι αιχμάλωτοι επρεπε να εξαγορασθούν. Και πράγματι ηλευθερώθησαν, αφού εξηγοράσθησαν με το αίμα του Δεσπότου. Με το αίμα του μας καθαρίζει από την αμαρτίαν και μας απαλλάσσει από κάθε ευθύνην και ενοχήν. Την χαρμόσυνον αυτήν αλήθειαν τονίζει ο απόστολος
Παύλος, όταν γράφη: «Δι’ εαυτού καθαρισμόν ποιησάμενος των αμαρτιών ημών, εκάθισεν εν δεξιά της μεγαλωσύνης εν υψηλοίς» (Εβρ. α΄ 3). Ονομάζει τον Ιησούν διάκονον, διότι απεστάλη από τον Πατέρα του εις τον κόσμον, δια να διακονήση ημάς τους αμαρτωλούς. Το μέγιστον από όλα, διηκόνησεν ημάς, όταν ήλθεν ως αδύνατος άνθρωπος. Έκαμεν ό,τι κάμνουν οι δούλοι και δεν εφαίνετο καν ότι ήτο ο Δεσπότης, διότι τότε δεν ήλθε δια να κρίνη, αλλά δια να σώση τον κόσμον. Αλλά και εις το μέλλον, όταν έλθη με δύναμιν και εμφανισθή με την πατρικήν δόξαν, ουχί πλέον ως δούλος, αλλ’ ως αιώνιος και παντοδύναμος βασιλεύς, και τότε ακόμη θα μας διακονήση. Το είπεν ο ίδιος ο Κύριος: «Μακάριοι οι δούλοι εκείνοι, ους ελθών ο κύριος ευρήσει γρηγορούντας· αμήν λέγω υμίν, ότι περιζώσεται και ανακλινεί αυτούς και παρελθών διακονήσει αυτοίς» (Λουκ. ιβ΄ 37). Ο Δεσπότης ο αληθινός παίρνει δούλου μορφήν και διακονεί τους δούλους μέχρι σταυρού και θανάτου και με τον τρόπον αυτόν βασιλεύει εις τας ψυχάς των δούλων. Βασιλεύει, αφού προηγουμένως έγινεν ο ταπεινός διάκονος: «Εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού. Διό και ο Θεός αυτόν υπερύψωσε και εχαρίσατο αυτώ όνομα το υπέρ παν όνομα, ίνα εν τω ονόματι Ιησού παν γόνυ κάμψη επουρανίων και επιγείων και καταχθόνιων» (Φιλ. β΄ 810). Την αλήθειαν αυτήν
διακηρύττει πολλούς αιώνας ενωρίτερον και ο προφήτης Ησαΐας: «Δια τούτο αυτός κληρονομήσει πολλούς και των ισχυρών μεριεί σκύλα, ανθ’ ων παρεδόθη εις θάνατον η ψυχή αυτού και εν τοις ανόμοις ελογίσθη» (Ησ. ιγ΄ 12).
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΟΥ ΚΑΒΑΣΙΛΑ