Η θεραπευτική του φόβου- Ο φόβος του Θεού
Ο φόβος και οι καταστάσεις που συνδέονται ενδεχομένως μ' αυτόν, όπως η δειλία, η ανησυχία, το
άγχος, η αγωνία, η φοβία, έχουν ουσιαστική σχέση, όπως είδαμε, με την προσκόλληση στα
αισθητά αγαθά. Δεν είναι λοιπόν δυνατόν να θεραπευτεί ο άνθρωπος απ’ αυτόν παρά μόνο αν
(απο)χωριστεί από τον κόσμο τούτο (Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Ομιλία-ανδριάντες),
αν αποθέσει όλη του τη μέριμνα στο Θεό, με σταθερή την ελπίδα, ότι μέσω της Πρόνοιάς Του,
θα φροντίσει για όλες του τις ανάγκες.
Αυτό διδάσκει και ο ίδιος ο Χριστός: «Μη ουν μεριμνήσητε λέγοντες, τι φάγωμεν ή τι πίωμεν ή τι
περιβαλώμεθα; πάντα γάρ ταύτα τα έθνη επιζητεί· οίδε γαρ ο Πατήρ ημών ο ουράνιος ότι χρήζετε
τούτων απάντων. Ζητείτε δε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην Αυτού, και ταύτα
πάντα προστεθήσεται υμίν. Μή ουν μερμνήσητε εις την αύριον» (Ματθ. 6, 31-34). Στην ίδια
προοπτική ο Αγιος Ισαάκ ο Σύρος συμβουλεύει: «Εάν πιστεύης, ότι ο Θεός πρόνοιάν σου ποιήται, τί
μεριμνάς και φροντίζεις περί προσκαίρων, και των της σαρκός σου χρειών; [...]. Επίρριψον επί
Κύριον την μέριμνάν σου, και Αυτός σε διαθρέψει. Και ου μη πτοηθής πτόησιν επερχομένην σοι»,
«έγγισον, φησίν, εις το ελπίσας εις εμέ, και αναπαύη εκ του έργου και του φόβου».
Η έλλειψη πίστης είναι, όπως είδαμε, η πρώτη πηγή του φόβου· αυτός υπάρχει λοιπόν σε
καταστολή στην ψυχή του ανθρώπου κατά το μέτρο της πίστης του στο Θεό. Ο Ευάγριος
παρατηρεί: «Πίστις ουκ εκκλίνουσα, [...] υποψίαν φόβου ου δέχεται» (Κεφάλαια γνωστικά). Όποιος
έχει ακλόνητη πίστη στο Θεό και την Πρόνοιά Του είναι βέβαιο ότι θα λάβει απ' Αυτόν σε κάθε
περίσταση βοήθεια και προστασία και δεν πρέπει πλέον να φοβάται ούτε τις συγκυρίες ούτε τους
αντιπάλους ούτε ακόμη και τον ίδιο τον θάνατο. Ο Απόστολος Παύλος υπενθυμίζει ότι «Αυτός
γαρ είρηκεν· ου μη σε ανώ ουδ' ου μη σε εγκαταλίπω» και ότι «θαρρούντας ημάς λέγειν· Κύριος εμοί
βοηθός, και ου φοβηθήσομαι» (Εβρ. 13, 5-6). Ο Ψαλμωδός σημειώνει: «Κύριος φωτισμός μου και
σωτήρ μου· τίνα φοβηθήσομαι; Κύριος υπερασπιστής της ζωής μου· από τίνος δειλιάσω; [...]. Εάν
παρατάξηται επ' εμέ παρεμβολή, ου φοβηθήσεται η καρδία μου» (Ψαλμ. 26, 1.3). «Εάν πορευθώ εν
μέσω σκιάς θανάτου, ου φοβηθήσομαι κακά, ότι συ μετ' εμού ει» (Ψαλμ. 22,4). Και οι Παροιμίαι
αναφέρουν: «Και ου φοβηθήση πτόησιν επελθούσαν, ουδέ ορμάς ασεβών επερχομένας· ο γαρ Κύριος
έσται επί πασών οδών σου και ερείσει σόν πόδα, ίνα μη σαλευθής».
Μόνη της η πίστη δεν απελευθερώνει τον άνθρωπο από το φόβο· ο Θεός είναι εκείνος που
απαντώντας στην πίστη του, του προσφέρει τη βοήθειά Του και την αρωγή Του (Πρβλ.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΑΖΗΣ, Επιστολή, ΙΣΑΑΚ ΣΥΡΟΣ, Λόγος). Ο Αγιος Ισαάκ Σύρος γράφει: «Εάν η
καρδία γαλήνη μη έχη από του φόβου και τρόμου, τήνικαύτα νοείτω, και γινωσκέτω, ότι ούτος ο
φόβος της καρδίας αυτού δηλοί, και εμφαίνει, ότι ενδεής εστι πάντως ετέρου τινός βοηθούντος. [...]
Η γαρ του Θεού βοήθεια, φησίν, εστιν
Αυτό διδάσκει και ο ίδιος ο Χριστός: «Μη ουν μεριμνήσητε λέγοντες, τι φάγωμεν ή τι πίωμεν ή τι
περιβαλώμεθα; πάντα γάρ ταύτα τα έθνη επιζητεί· οίδε γαρ ο Πατήρ ημών ο ουράνιος ότι χρήζετε
τούτων απάντων. Ζητείτε δε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην Αυτού, και ταύτα
πάντα προστεθήσεται υμίν. Μή ουν μερμνήσητε εις την αύριον» (Ματθ. 6, 31-34). Στην ίδια
προοπτική ο Αγιος Ισαάκ ο Σύρος συμβουλεύει: «Εάν πιστεύης, ότι ο Θεός πρόνοιάν σου ποιήται, τί
μεριμνάς και φροντίζεις περί προσκαίρων, και των της σαρκός σου χρειών; [...]. Επίρριψον επί
Κύριον την μέριμνάν σου, και Αυτός σε διαθρέψει. Και ου μη πτοηθής πτόησιν επερχομένην σοι»,
«έγγισον, φησίν, εις το ελπίσας εις εμέ, και αναπαύη εκ του έργου και του φόβου».
Η έλλειψη πίστης είναι, όπως είδαμε, η πρώτη πηγή του φόβου· αυτός υπάρχει λοιπόν σε
καταστολή στην ψυχή του ανθρώπου κατά το μέτρο της πίστης του στο Θεό. Ο Ευάγριος
παρατηρεί: «Πίστις ουκ εκκλίνουσα, [...] υποψίαν φόβου ου δέχεται» (Κεφάλαια γνωστικά). Όποιος
έχει ακλόνητη πίστη στο Θεό και την Πρόνοιά Του είναι βέβαιο ότι θα λάβει απ' Αυτόν σε κάθε
περίσταση βοήθεια και προστασία και δεν πρέπει πλέον να φοβάται ούτε τις συγκυρίες ούτε τους
αντιπάλους ούτε ακόμη και τον ίδιο τον θάνατο. Ο Απόστολος Παύλος υπενθυμίζει ότι «Αυτός
γαρ είρηκεν· ου μη σε ανώ ουδ' ου μη σε εγκαταλίπω» και ότι «θαρρούντας ημάς λέγειν· Κύριος εμοί
βοηθός, και ου φοβηθήσομαι» (Εβρ. 13, 5-6). Ο Ψαλμωδός σημειώνει: «Κύριος φωτισμός μου και
σωτήρ μου· τίνα φοβηθήσομαι; Κύριος υπερασπιστής της ζωής μου· από τίνος δειλιάσω; [...]. Εάν
παρατάξηται επ' εμέ παρεμβολή, ου φοβηθήσεται η καρδία μου» (Ψαλμ. 26, 1.3). «Εάν πορευθώ εν
μέσω σκιάς θανάτου, ου φοβηθήσομαι κακά, ότι συ μετ' εμού ει» (Ψαλμ. 22,4). Και οι Παροιμίαι
αναφέρουν: «Και ου φοβηθήση πτόησιν επελθούσαν, ουδέ ορμάς ασεβών επερχομένας· ο γαρ Κύριος
έσται επί πασών οδών σου και ερείσει σόν πόδα, ίνα μη σαλευθής».
Μόνη της η πίστη δεν απελευθερώνει τον άνθρωπο από το φόβο· ο Θεός είναι εκείνος που
απαντώντας στην πίστη του, του προσφέρει τη βοήθειά Του και την αρωγή Του
(ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΑΖΗΣ, Επιστολή, ΙΣΑΑΚ ΣΥΡΟΣ, Λόγος). Ο Αγιος Ισαάκ Σύρος γράφει: «Εάν η
καρδία γαλήνη μη έχη από του φόβου και τρόμου, τήνικαύτα νοείτω, και γινωσκέτω, ότι ούτος ο
φόβος της καρδίας αυτού δηλοί, και εμφαίνει, ότι ενδεής εστι πάντως ετέρου τινός βοηθούντος. [...]
Η γαρ του Θεού βοήθεια, φησίν, εστιν η σώζουσα.
Απόσπασμα από το βιβλίο του jean Claude Larchet"H θεραπευτική του φόβου".
0 Σχόλια