Το μυστήριο της Ιερωσύνης
Και οι τρεις ιερατικοί βαθμοί μνημονεύονται στην αγία Γραφή, συνιστώντες ειδική τάξη προσώπων υπαρχόντων στην Εκκλησία. Και ο μεν ιερατικός βαθμός τού διακόνου φαίνεται στην εκλογή, διά προσευχής και χειροθεσίας (υπό των Αποστόλων) των επτά διακόνων395, των οποίων έργον ήταν η διακονία των τραπεζών και παράλληλα η διακονία στο κατηχητικό και στο ευρύτερο κοινωνικό έργο της Εκκλησίας. Πρεσβυτέρους δε στις κατά τόπους Εκκλησίες χειροτονούσαν οι Βαρνάβας και Παύλος396. Ενώ ο Τιμόθεος στην Έφεσο και ο Τίτος στην Κρήτη προήχθησαν στο επισκοπικό τους αξίωμα διά της επιθέσεως των χειρών τού Παύλου.
Τα καθήκοντα των κληρικών δεν μπορούν ν αναπληρώσουν οι λαϊκοί. Και αληθεύει μεν ότι στην Εκκλησία, παράλληλα προς την ειδική, υπάρχει και η καθολική ή γενική ιερωσύνη, στην οποία μετέχουν δυνάμει τού χρίσματός των όλοι ανεξαίρετα οι πιστοί, σύμφωνα με την προσηγορία των πιστών, που μας παρέχουν η Αποκάλυψη και η Α' Καθολική επιστολή τού Πέτρου, ως «γένους εκλεκτού, βασιλείου ιερατεύματος, έθνους αγίου». Η ιερωσύνη όμως αυτή δεν αντιβαίνει, πολύ δε ολιγότερο δεν καθιστά περιττή την ειδικήν ιερωσύνη, στην οποίαν αναδεικνύονται από τη χάρη τού Θεού ειδικά μόνον Πρόσωπα διά της χειροτονίας. Άλλωστε και στην Π. Διαθήκη, όπου απαντά διά πρώτη φορά η ιδέα τού «βασιλείου ιερατεύματος», ο περιούσιος λαός τού Θεού είχε και το ειδικό ιερατείο του που προερχόταν από την οικογένεια τού Ααρών. Είναι δε γνωστόν ότι, τόσο ο βασιλεύς Οζίας που τόλμησε να προσφέρει θυσία (έργο μονάχα τού ιερατείου), όσο και οι εκ της φυλής Ρουβήμ και Λευί, που αμφισβήτησαν την ιερωσύνη τού Ααρών, τιμωρήθηκαν παραδειγματικά από τον Θεό, ο μεν προσβληθείς από λέπρα401, οι δε καταποθέντες από τη γή.
Η χορηγουμένη διά τού μυστηρίου χάρη είναι η πνευματική εξουσία προς επιτέλεση των ιερατικών καθηκόντων, η οποία στους αξίως χειροτονουμένους συνοδεύεται από ειδική βοήθεια προς θεοφιλή εκτέλεση των ιερατικών λειτουργημάτων και βίον ιεροπρεπή και ενάρετο. Διά της ιερατικής χάριτος ο κληρικός ξεχωρίζει από την τάξη των λαϊκών, δεν μπορεί να αναχειροτονηθεί (το μυστήριο δεν είναι επαναλαμβανόμενο) ούτε και να αποσχηματιστεί, επανερχόμενος αυτοβούλως στις τάξεις των λαϊκών. Ο αυτοπροαίρετος αποσχηματισμός συνιστά βαρύτατο αμάρτημα . Αποσχηματισμός φυσικά επιβάλλεται ως ποινή από την Εκκλησία σε ιερωμένους που πέφτουν σε βαρύτατα αμαρτήματα.
Στον ιερατικό κλήρο έχουν δικαίωμα να προσέλθουν μόνον όσοι είναι βαπτισμένοι, δηλαδή ανήκουν στο σώμα της Εκκλησίας. Υπάρχουν βέβαια και ορισμένα κωλύματα διά την προσέλευση στην ιερωσύνη, με τα οποία ασχολείται το Κανονικό Δίκαιο της Εκκλησίας. Κατά θεία διάταξη της τάξεως των κληρικών αποκλείονται οι γυναίκες. Στον επισκοπικό βαθμό προάγονται μόνον άγαμοι κληρικοί ή περιελθόντες εις χηρείαν. Οι πρεσβύτεροι και οι διάκονοι λαμβάνονται από τις τάξεις των εγγάμων. Μετά δε τη χειροτονία απαγορεύεται ο γάμος, όπως απαγορεύεται και σε περίπτωση χηρείας. Στη Δυτική Εκκλησία αντίθετα είναι καθιερωμένος ο θεσμός της καθολικής τού κλήρου αγαμίας, πράγμα που σε μία κοινωνία όπως η σημερινή, στην οποίαν υπάρχουν τόσες παγίδες και τόσοι πειρασμοί για όσους πρέπει να εγκρατεύονται, δημιουργεί στην Εκκλησίαν αυτή πολλά δυσεπίλυτα προβλήματα που δυσχεραίνουν σημαντικώς τη ζωή και το ιεραποστολικό έργο της.
Το μυστήριο της ιερωσύνης απορρίπτεται από τους Προτεστάντες, οι οποίοι αποδέχονται μόνο την καθολικήν ιερωσύνη των πιστών. Δεν έχουν επομένως ιερείς (δεν δέχονται την Ευχαριστίαν ως θυσίαν), αλλ’ απλούς ποιμένες (πάστορες), των οποίων κύριο έργο είναι το κήρυγμα τού λόγου τού Θεού, και οι οποίοι είναι εντεταλμένοι υπάλληλοι της εκκλησιαστικής κοινότητος.
0 Σχόλια