Το φθινόπωρο του 1924 μετά από την καταστροφή των ελληνικών πατρίδων της Μικράς Ασία, χιλιάδες 'Ελληνες Καππαδόκες, όπως όλοι οι Έλληνες στη Μικρά Ασία, ξεριζώθηκαν από τη γη των πατέρων και των προγόνων τους. Πήραν μαζί μέσα στις καρδιές τους, τους Αγίους και τις εκκλησίες τους, τα κάστρα και τους ήρωες των μύθων τους. Ο δρόμος στη νέα πατρίδα τους ήταν μακρύς και δύσκολος και ο προορισμός τους, άγνωστος και σκληρός. Εγκαταστάθηκαν στη βόρεια Ελλάδα, όπου το χώμα ήταν σκληρό, το νερό γλυφό και ελονοσία από τα έλη έφερνε θάνατο. Πάλεψαν σκληρά και επέζησαν.
Κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας οι διάφορες εθνότητες (Ελλήνων ή άλλων) που κατοικούσαν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας άρχισαν σταδιακά να χάνουν τη γλώσσα τους, που παραχωρούσε βέβαια τη θέση της στην ισχυρή γλώσσα της επικράτειας, την τουρκική. Σε κάποια μέρη μόνο διατηρήθηκε η μητρική γλώσσα. Αυτό, ωστόσο, κράτησε ως τη Μικρασιατική καταστροφή. Τρεις υπήρξαν οι ελληνόφωνες αυτές γλωσσικές νησίδες στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας: η ομάδα των ελληνόφωνων χωριών της Καππαδοκίας (ανάμεσα στα οποία περιλαμβάνονται τα χωριά Ανακού, Αραβανί, Αξός, Αραβισός, Γούρδονος, Μιστί, Μαλακοπή, Ποτάμια κ.ά.), η ομάδα του χωριού Φάρασα και άλλων έξι χωριών της ίδιας κοιλάδας, και επίσης το χωριό Σίλλη της Λυκαονίας (ΒΔ από το Ικόνιο). Η γλώσσα που μιλιόταν σε όλες τις παραπάνω περιοχές, παρά τις όποιες διαφορές ανάμεσα στα επιμέρους ιδιώματα -λιγότερες, πάντως, από τις ομοιότητές τους- αναφέρεται υπό τον γενικό όρο Καππαδοκική διάλεκτος.
Μέχρι πρόσφατα επιστεύετο ότι η Καππαδοκική διάλεκτος δεν μιλιέται πλέον και ότι έχει σχεδόν απόλυτα εξαφανιστεί, αφού οι τελευταίοι ομιλητές της, πρόσφυγες που ήρθαν μετά τη μικρασιατική καταστροφή στα μέρη της ελληνικής επικράτειας που αναφέραμε μεταφέροντας σ' αυτά τη διάλεκτο, δεν ζουν πλέον. Πρέπει ωστόσο να σημειωθεί μια πολύ πρόσφατη «ανακάλυψη» των M. Janse και Δ. Παπαζαχαρίου, οι οποίοι εντόπισαν Καππαδόκες στην κεντρική και βόρεια Ελλάδα, οι οποίοι μιλούν ακόμη τη διάλεκτο. Ανάμεσά τους υπάρχουν μεσήλικες τρίτης γενιάς που έχουν πολύ θετική στάση απέναντι στη γλώσσας τους, σε σχέση με τους γονείς και τους παππούδες τους που απέφευγαν να τη μιλούν. Ήδη βρίσκεται σε στάδιο προετοιμασίας σχετική έρευνα με στόχο μεταξύ άλλων τη σύνταξη νέας γραμματικής, λεξικού και σώματος διαλεκτικών κειμένων.

0 Σχόλια