Αποτέλεσμα εικόνας για μέγας κωνσταντίνος και διάταγμα μεδιολάνων
Διάταγμα των Μεδιολάνων (αλλιώς και διάταγμα του Μιλάνου, καθώς τα Μεδιόλανα είναι το – από τα λατινικά εξελληνισμένο – όνομα του σημερινού Μιλάνου της Ιταλίας) ονομάζεται το διάταγμα της θέσπισης της ανεξιθρησκείας στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, με το οποίο ο Μέγας Κωνσταντίνος σταμάτησε τους διωγμούς των χριστιανών το 313 μ.Χ. Με το διάταγμα νομιμοποιήθηκε η χριστιανική Εκκλησία ως «επιτρεπομένη θρησκεία» (βλ.Religio licita), οι οπαδοί της οποίας έπρεπε να προσεύχονται στον δικό τους θεό για την ευτυχία του κράτους. Με αυτή την κίνηση ο Κωνσταντίνος δεν έκανε το Χριστιανισμό επίσημη θρησκεία της Αυτοκρατορίας, απλώς εγγυήθηκε την ανοχή του κράτους απέναντι στους χριστιανούς.Παρόλο που το διάταγμα ίσχυε οι διωγμοί σταμάτησαν μόνο όταν ο Κωνσταντίνος έγινε μονοκράτορας (324). Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι χριστιανοί να μην κρύβονται και κατά συνέπεια να μην χρησιμοποιούν τις κατακόμβες ως μέρος για να κρύβονται και να τελούν τις θρησκευτικές τους τελετές.
Οι παράγοντες που οδήγησαν στο διάταγμα των Μεδιολάνων
Τα αίτια που καθόρισαν τις εξελίξεις στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία και συνετέλεσαν στην έκδοση διατάξεων για την ανεξιθρησκία μπορούν να διακριθούν σε δύο κατηγορίες: πολιτικά και θρησκευτικά, χωρίς η διάκριση να είναι αυστηρή και στεγανή.
Πολιτικά αίτια:
Στις αρχές του 4ου μ.Χ. αιώνα η ενότητα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, η οποία είχε διασπαστεί από τους εμφύλιους πολέμους μεταξύ των συναυτοκρατόρων, είχε καταστεί ζωτική επιταγή. Ο Μ. Κωνσταντίνος στην προσπάθεια για ενότητα υποστήριξε τη χριστιανική Εκκλησία, ως συνεκτικό ιστό ο οποίος θα ένωνε ολόκληρη την αυτοκρατορία. Αυτό προΰπέθετε τη θρησκευτική γαλήνη στην αυτοκρατορία, η οποία είχε διαταραχτεί με τους κατά καιρούς διωγμούς εναντίον των χριστιανών υπηκόων της, παρότι υπήρχε σε μεγάλο βαθμό θρησκευτική ανεκτικότητα. Επομένως, κατά την άποψή του, ένα διάταγμα ανεξιθρησκίας θα έφερνε την ηρεμία και θα απέκλειε κάθε μελλοντική θρησκευτική κρίση στην επικράτεια της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Οι διωγμοί των χριστιανών και τα δεινά που για τρεις αιώνες υπέστησαν έδωσαν την αφορμή για τη καθιέρωση της ανεξιθρησκίας. Ήταν παράλογο, εφόσον υπήρχαν χριστιανοί σ’ όλα τα κοινωνικά στρώματα και σ’ όλες τις βαθμίδες της εξουσίας στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, να καταδιώκεται ο Χριστιανισμός. Άλλωστε, ήταν πίστη με οικουμενικό πνεύμα και προέβαλε την αγάπη και την ανοχή. Η αναγνώριση αυτής της νέας κοινωνικής και θρησκευτικής πραγματικότητας στην αυτοκρατορία οδήγησε τον Κωνσταντίνο στη διορατική επιλογή της κατοχύρωσης της ανεξιθρησκίας. Η χριστιανική πίστη, κατά τον Κωνσταντίνο, θα ήταν ο δυναμικός φορέας του μελλοντικού ρωμαϊκού πολιτισμού.
Θρησκευτικά αίτια:
Στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία οι εθνικοί αποτελούσαν την πλειονότητα του πληθυσμού. Ο αυτοκράτορας θεωρούνταν «Κύριος» (Dominus), ο απόλυτος άρχοντας επί της γης. Οποιαδήποτε αμφισβήτησή του ήταν προσβολή προς τον ίδιο και την αυτοκρατορία. Οι χριστιανοί αποκαλούσαν «Κύριο» μόνο τον Ιησού και αρνούνταν αυτόν τον τίτλο σε οποιονδήποτε άλλο, ακόμη και στον αυτοκράτορα. Η στάση τους θεωρούνταν προσβλητική για τον ρωμαίο αυτοκράτορα και, κατ’ επέκταση, έθετε σε κίνδυνο την ενότητα της αυτοκρατορίας. Για την κρατική εξουσία, οι διωγμοί αποτελούσαν τη νόμιμη άμυνα της αυτοκρατορίας απέναντι στους εσωτερικούς εχθρούς της που υποτιμούσαν τον αυτοκράτορα. Όταν εξέλιπαν οι λόγοι για τους οποίους θεωρούσαν τους χριστιανούς επικίνδυνους, το διάταγμα κατοχύρωσης της ανεξιθρησκίας έφερε τη γαλήνη στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία.
Ο Χριστιανισμός, παρά τις διώξεις, τους τρεις πρώτους μ.Χ. αιώνες μπόρεσε να μιλήσει στις ψυχές των ανθρώπων. Άνθρωποι με διαφορετικές πολιτισμικές καταβολές έγιναν χριστιανοί και η χριστιανική πίστη πήρε σάρκα μέσα από τη γλώσσα, την τέχνη, τις κοινωνικές σχέσεις. Με τις αποφάσεις στα Μεδιόλανα αναγνωρίστηκε αυτή η πολιτισμική πραγματικότητα και καταδικάστηκε κάθε απόπειρα απαγόρευσης της χριστιανικής θρησκείας.
Ο Μ. Κωνσταντίνος είχε επιρροές μονοθεϊστικές και χριστιανικές. Ο πατέρας του και ο ίδιος πίστευαν στο θεό Ήλιο, ενώ η μητέρα του Ελένη ήταν χριστιανή. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, αν και παρέμεινε σχεδόν μέχρι το τέλος «Μέγιστος Αρχιερέας» (pontifex maximus) της εθνικής θρησκείας, υποστήριζε το Χριστιανισμό και εκδηλωνόταν αρκετές φορές υπέρ της Εκκλησίας. Η πρώτη δημόσια έμμεση υποστήριξη του Χριστιανισμού ήταν η συμβολή του στο διάταγμα των Μεδιολάνων.
Τα ιστορικά γεγονότα πριν και μετά τις αποφάσεις των Μεδιολάνων
Ο διωγμός επί Διοκλητιανού τελείωσε το 311 μ.Χ. Ο Αύγουστος Γαλέριος με διάταγμα έβαλε τέλος στο διωγμό και επέτρεψε στους χριστιανούς να τελούν ανεμπόδιστα τη λατρεία τους.
Το Φεβρουάριο του 313 μ.Χ. ο Κωνσταντίνος, μονοκράτορας στη Δύση, συναντιέται με το Λικίνιο στα Μεδιόλανα και αποφασίζουν να τηρήσουν ενιαία πολιτική στάση απέναντι στους χριστιανούς. Οι συζητήσεις τους έχουν ως περιεχόμενο την πλήρη θρησκευτική ελευθερία όλων των ρωμαίων πολιτών, συμπεριλαμβανομένων και των χριστιανών. Οι αποφάσεις τους δεν πρόλαβαν να πάρουν την αυστηρή νομική μορφή ενός αυτοκρατορικού διατάγματος, γιατί ο Λικίνιος έφυγε εσπευσμένα για την Ανατολή. Όμως, οι αποφάσεις ουδέποτε αμφισβητήθηκαν και το περιεχόμενό τους καταγράφηκε και διαδόθηκε σ’ ολόκληρη την αυτοκρατορία. Γι’ αυτό και αναφερόμαστε στις συζητήσεις και τις αποφάσεις αυτές με τον όρο Διάταγμα των Μεδιολάνων.
Ο Λικίνιος αργότερα απομακρύνθηκε από το πνεύμα αυτών των αποφάσεων και προσπάθησε να επαναφέρει την εθνική λατρεία. Η ρήξη ήταν αναπόφευκτη. Ο Λικίνιος ηττάται και ο Κωνσταντίνος γίνεται μονοκράτορας σ’ όλη την αυτοκρατορία.
Ο ιστορικός Λακτάντιος στα λατινικά και σε μετάφραση στην ελληνική γλώσσα ο Ευσέβιος Καισαρείας μας παραδίδουν το περιεχόμενο του εγγράφου του Λικίνιου προς τον έπαρχο της Βιθυνίας, με το οποίο του ανακοινώνει τις αποφάσεις που έλαβαν στα Μεδιόλανα ο ίδιος και ο Κωνσταντίνος:
Εδώ και πολύν καιρό, έχοντας αποφασίσει ότι δεν πρέπει να απορρίπτεται η ελευθερία της θρησκείας και πως πρέπει να δίνεται η δυνατότητα στη βούληση του καθενός να υπηρετεί τα θεία πράγματα σύμφωνα με την προαίρεσή του, παραγγείλαμε στους χριστιανούς να φυλάνε την πίστη της θρησκείας τους… Όταν εγώ, ο Αύγουστος Κωνσταντίνος, κι εγώ, ο Αύγουστος Λικίνιος, με καλούς οιωνούς ήρθαμε στα Μεδιόλανα και συζητήσαμε όλα όσα αφορούν την ωφέλεια του δημοσίου, ανάμεσα στα άλλα μέτρα που κρίναμε ότι θα είναι επωφελή σ’ όλους από πολλές απόψεις, αποφασίσαμε κατά πρώτο και κύριο λόγο να διατάξουμε να εξασφαλιστεί η τιμή και ο σεβασμός προς το Θείο, δηλαδή να δώσουμε και στους χριστιανούς και σ’ όλους την ελευθερία να ακολουθήσουν όποια θρησκεία θέλουν, έτσι ώστε, όποια κι αν είναι η θεότητα και η ουράνια δύναμη, να μπορέσει να είναι ευμενής και σε μας τους ίδιους και στους υπηκόους μας… Ήταν λοιπόν φυσικό να θεωρήσουμε καλό να εκδώσουμε αυτή τη διαταγή, για να αφαιρεθούν εντελώς οι όροι που υπήρχαν σε προηγούμενα έγγραφα σχετικά με τους χριστιανούς, όροι οι οποίοι ήσαν σκληροί και ξένοι στην πραότητά μας. Τώρα ελεύθερα και απλά μπορεί καθένας από εκείνους που πρεσβεύουν τη θρησκεία των χριστιανών να τη διατηρεί χωρίς καμιά ενόχληση… Έχουμε δώσει στους χριστιανούς ελεύθερη και απεριόριστη εξουσία να επιμελούνται τη θρησκεία τους… Έχει δοθεί η εξουσία αυτή και σε όσους άλλους θέλουν να ακολουθούν τη λατρεία και θρησκεία της αρεσκείας τους, κατά τρόπον ώστε να μπορεί καθένας να προτιμά και να υπηρετεί οποιανδήποτε θρησκεία θέλει. Αυτό γίνεται, για να μη φαίνεται ότι κάποια λατρεία ή θρησκεία μειώνεται στο ελάχιστο από εμάς… Με αυτό το λογισμό… είθε να διαμένει σταθερή καθ’ όλο το χρόνο η θεία πρόνοια για εμάς, της οποίας εμπειρία είχαμε σε πολλές περιστάσεις. Για να μπορέσουν να μάθουν όλοι τις διατάξεις της νομοθεσίας αυτής… είναι εύλογο η διαταγή αυτή να δημοσιευτεί παντού… έτσι ώστε να μην ξεφύγει την προσοχή κανενός (Ευσεβίου Καισαρείας Εκκλησιαστική Ιστορία Χ, 5,1-14 -επιλογή).
Εξελίξεις που δρομολόγησαν οι αποφάσεις στα Μεδιόλανα
Με τις αποφάσεις στα Μεδιόλανα άρχιζε να αλλάζει η κοινωνική και η θρησκευτική πραγματικότητα στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Το χριστιανικό πνεύμα άρχισε να επηρεάζει εντονότερα από πριν την πολιτική και κοινωνική ζωή της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας:
α) Οι χριστιανοί λατρεύουν ακώλυτα το Θεό τους, χωρίς να στερούνται κανένα άλλο πολιτικό, κοινωνικό ή προσωπικό δικαίωμα π.χ. περιουσία, τιμή, δικαίωμα στη ζωή.
β) Ο χριστιανικός κλήρος απέκτησε τις ίδιες φορολογικές ατέλειες με τον εθνικό κλήρο. Αναγνωρίστηκε νομικά η Εκκλησία ως κοινωνικός θεσμός που τελεί υπό την προστασία του αυτοκράτορα.
γ)Καθιερώθηκε η Κυριακή ως αργία και απελευθερώθηκαν οι δούλοι. Επιστράφηκαν στους φυσικούς κατόχους τους οι περιουσίες και τα κτήματα που κατασχέθηκαν κατά τους διωγμούς.
δ) Το δίκαιο άρχισε να εξανθρωπίζεται χάρη στις επιρροές που δέχτηκε από τη χριστιανική διδασκαλία. Καταργήθηκε ο θάνατος με σταύρωση, ο στιγματισμός στο πρόσωπο και η πλήρης απομόνωση των φυλακισμένων.
ε) Στα ανώτερα αξιώματα της πολιτείας και του στρατού ανήλθαν περισσότεροι χριστιανοί απ’ ότι στο παρελθόν. Δημιουργήθηκαν εκκλησιαστικά δικαστήρια που έκριναν υποθέσεις εκκλησιαστικής φύσεως. Ανοικοδομήθηκαν ναοί σε όλη την αυτοκρατορία.
Φυσικά, τα προβλήματα στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία δεν λύθηκαν με το διάταγμα της ανεξιθρησκίας, ούτε με την αναγνώριση του Χριστιανισμού. Κοινωνικές αδικίες, διακρίσεις, μορφές δουλείας και καταπίεση συνέχισαν να υπάρχουν. Όμως, το πνεύμα της αμφισβήτησης κατεστημένων προκαταλήψεων και η απαίτηση για δικαιοσύνη, που εισήγαγε ο Χριστιανισμός, άνοιξαν νέους δρόμους στην ιστορία και στον πολιτισμό.

0 Σχόλια