Ὅταν λέμε ὅτι πρέπει νά θεραπεύσουμε τά πάθη μας, δέν σημαίνει ὅτι ἀγωνιζόμαστε νά κάνουμε τούς ἑαυτούς μας καλούς ἀνθρώπους, προσαρμοσμέ-νους στήν κοινωνία, δηλαδή κοινωνικά ἄτομα. Σκοπός τῆς ὀρθόδοξης θεραπευτικῆς μεθόδου εἶναι νά ὁδηγήσει τούς ἀνθρώπους, μέσα ἀπό πνευματική προετοιμασία, στόν Θεό, στή θέα τῆς ἀκτίστου Χάριτος τοῦ Θεοῦ, ὥστε ἡ θέα Του κατά τή Δευτέρα Παρουσία νά μήν γίνει φωτιά πού θά τούς κατα- καύσει, ἀλλά φῶς πού θά τούς φωτίσει. Ὁ λόγος πού οἱ ἄνθρωποι θέλουν νά ἀπαλλαγοῦν ἀπό τά πάθη δέν εἶναι πάντοτε ὁ ἴδιος. Ἄλλοι τό κάνουν φο- βούμενοι τήν Κόλαση (δοῦλοι). Ἄλλοι γιά νά κερδίσουν τόν Παράδεισο (μισθωτοί) καί ἄλλοι ἀπό ἀγάπη στόν Χριστό (υἱοί Θεοῦ). Ὡστόσο, ὁ Θεός δέχεται μέ τήν ἄπει- ρη Ἀγάπη Του καί τίς τρεῖς κατηγορίες ἀνθρώπων. Ὁ ἀληθινός Χριστιανός, ὅμως, πρέπει νά ἀγωνίζεται νά ἀνήκει στούς υἱούς τοῦ Θεοῦ. Ἡ θεραπεία ἀπό τά πάθη εἶναι κυρίως ἔργο τῆς Χάρι- τος τοῦ Θεοῦ. «Ἡ ψυχή, ἄνευ δέ Θεοῦ, νικῆσαι ἤ ἐκριζῶσαι τό κακόν, οὐ δύ- ναται» (Μακαρίου Αἰγυπτίου, Ὁμιλίαι Πνευματικαί), ἀλλά χρειάζεται ὁπωσδήποτε καί τήν ἀνθρώπινη συγκατάθεση  καί συνέργεια. Μέσα θεραπείας τῆς ψυχῆς ἀπό τά πάθη εἶναι: 1) Ἡ αὐτογνωσία. Ἡ ἄγνοια τῆς πνευματικῆς μας ἀσθένειας, μᾶς καθιστᾶ αἰωνίως ἀθεράπευτους. Ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελι- στής Ἰωάννης μᾶς λέγει: «Ἐάν εἴπωμεν ὅτι ἁμαρτίαν οὐκ ἔχομεν, ἑαυτούς πλανῶμεν καί ἡ ἀλήθεια οὐκ ἔστιν ἐν ἡμῖν» (Α΄ Ἰωάν. α΄, 8). Εἶναι, ἑπομένως, ἀπόλυτη ἀνάγκη νά ἐφαρμόζουμε τόν λόγο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τῆς Κλίμακος: «Ἔργον ἡμῖν ἔστω ἀένναον, μηδέ ψιλῆ ἐννοίᾳ λογίζεσθαι ἡμᾶς τό οἱονοῦν κεκτῆσθαι ἀγαθόν» (Κλίμαξ, σ. 143). Πρέπει, δηλαδή, ν’ ἀποφεύγουμε καί τή σκέψη ὅτι ἀποκτήσαμε τό ἀγαθό. Ἐπιπλέον, ὅπως ὁ ἴδιος Ἅγιος λέγει στό ἴδιο σημεῖο, «ζήτει καί τῶν παθῶν ἀπαύστως τά τεκμήρια, καί τότε πολλά τούτων εὑρήσεις ἐνόν- τα σοι». Δηλαδή, πρέπει νά ζητοῦμε μέσα μας νά βροῦμε ἀποδείξεις τῶν παθῶν (πού μᾶς βασανίζουν) καί τότε θά βροῦμε πολλά ἀπό αὐτά νά βρίσκονται μέσα μας. «Χρή οὖν τηρεῖν τόν νοῦν ἐπί τῶν πραγμάτων καί γνῶναι πρός ποῖον ἔχει τό πάθος» (Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Φιλοκαλία Β΄, σ. 38). Πρέπει νά παρατηροῦμε προσεκτικά μέ τόν νοῦ μας τά πράγματα καί τά πρόσω- πα (πού μᾶς περιβάλλουν), ὥστε νά γνωρίσουμε σέ ποιό ἀπ’ αὐτά ἔχουμε πάθος, πού σημαίνει ἤ «φιλίαν ἄλογον» ἤ «μῖσος ἄκριτον». Ἄν μέν διαπιστώσουμε «φιλίαν ἄλο- γον», πρέπει νά ἀπομα- κρυνθοῦμε ἀπό τό πράγμα ἤ τό πρόσωπο αὐτό, ἄν δέ δια- πιστώσουμε «μῖσος ἄκριτον», πρέπει νά ὁδηγηθοῦμε σέ ἀγώνα ἀποβολῆς τοῦ μίσους αὐτοῦ καί προσεγγίσεως τοῦ μισουμένου προσώπου. 2) Ἡ μετάνοια καί ἡ Ἐξομολόγηση. Εἶναι δύο τά εἴδη τῆς Ἐξομολογήσεως: α) Ἡ νοερή Ἐξομολόγηση κατά τήν ὥρα τῆς κατ’ ἰδίαν προσευχῆς καί β) ἡ Ἐξομολόγηση ἐνώπιον τοῦ Πνευματικοῦ Πατρός. Ἡ μία δέν ἀποκλεί- ει τήν ἄλλη, ἀλλά καί οἱ δύο εἶναι ἀπαραίτητες. Ἡ πρώτη, ὅταν γίνεται μέ εἰλικρινῆ μετάνοια, ταπεί- νωση καί προσοχή, δημιουρ- γεῖ κατάνυξη καί ἡ κατάνυ- ξη φέρνει παρηγοριά στήν καρδιά. Λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος: Κατάνυξη εἶναι ὁ «ἀένναος τοῦ συνειδότος βασανισμός, διά νο- ερᾶς ἐξαγορεύσεως, τήν ἀνά- ψυξιν τοῦ πυρός τῆς καρδίας πραγματευόμενος» (Κλίμαξ, σ. 62). Ἡ νοερά Ἐξομολόγηση προετοιμάζει τόν μετανοοῦντα καί γιά τήν ἐνώπιον τοῦ Πνευματικοῦ Πατρός Ἐξομολόγηση. «Γύμνου, γύ- μνου σόν μώλωπα τῷ ἰατρῷ», λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης καί ἐξηγεῖ τόν λόγο: «Μώλωπες γάρ θριαμβευόμενοι οὐ προ- κόψουσιν ἐπί τό χεῖρον, ἀλλ’ ἰαθήσονται» (Κλίμαξ, σ. 30 - 42). Ὅμως, ὅπως ἕνας σω- ματικά ἄρρωστος ἀπό μακροχρόνια νόσο δέν μπορεῖ νά θεραπευθεῖ «ἐν μιᾷ και- ροῦ ροπῇ», «οὕτως οὐκ ἔστιν ἐξαίφνης παθῶν, ἤ πάθους περιγενέσθαι» (Κλίμαξ, σ. 148). Γιά τοῦτο χρειάζονται γιά τή θεραπεία τους «στέ- νωσις καί ἐγκράτεια, πόνοι καί ἀγῶνες πνευματικοί» (Νικήτα Στηθάτου, Φιλοκα- λία Γ΄, σ. 281). Στή συνέχεια, θά προ- σπαθήσουμε νά περιγράψουμε πάντοτε σύμφωνα μέ τούς Ἁγίους Πατέρες πῶς θεραπεύονται μετά τήν Ἐξομολόγηση τά πάθη. Πρῶτα θά ἀναφέρουμε τούς γενικούς τρόπους θεραπείας τοῦ τριμεροῦς τῆς ψυχῆς: Τό Λογιστικόν, ὅπου μαί- νονται τά πάθη τῆς φιλαυτίας καί τῆς φιλοδοξίας, θε- ραπεύεται μέ τήν ταπείνωση. Τό Θυμικόν, ὅπου κυριαρ- χοῦν τά πάθη τῆς φιλοκτημοσύνης καί τῆς φιλαργυρίας, θεραπεύεται μέ τήν ἐλεημοσύνη καί τήν ὀλιγάρκεια. Τό Ἐπιθυμητικόν, ὅπου μαίνονται τά πάθη τῆς σαρκός, θεραπεύεται μέ τήν ἐγκράτεια καί τήν ἄσκηση. Πιό ἀναλυτικά, μᾶς συμ- βουλεύει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς: Τό Λογιστικόν θεραπεύε- ται μέ τήν ἀδίστακτη καί ὀρθή πίστη πρός τόν Θεό, μέ τή μελέτη τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, τήν καθαρή καί ἀδιά- λειπτη προσευχή καί τήν εὐχαριστία γιά τίς δωρεές τοῦ Χριστοῦ. Τό Θυμικόν, μέ τή φιλανθρωπία, τήν ἀγάπη, τήν πρα- ότητα, τή φιλαδελφία, τήν ἀνεξικακία, τή συμπάθεια καί τή χρηστότητα. Τό Ἐπιθυμητικόν, μέ τή νηστεία, τήν ἐγκράτεια, τήν κακοπάθεια, τήν ἀκτημοσύνη, τήν ἐπιθυμία τῶν μελ- λόντων ἀγαθῶν καί τῆς υἱοθεσίας (βλ. Φιλοκαλία Β΄, σ. 234 - 235). Τρόποι θεραπείας γιά ὅλα τά πάθη 1) Ἀταραξία. «Τό γάρ τα- ραχθῆναί τινα ὀχλούμενον ὑπό πάθους, ἀγνωσίας ἐστι καί ὑπερηφανίας καί ἐκ τοῦ μή εἰδέναι τήν ἰδίαν κατά- στασιν καί ἐκ τοῦ φεύγειν τόν κόπον» (Ἀββᾶ Δωροθέου, Ε.Π.Ε, τόμος 12, σ. 522 - 524). Ὅταν μᾶς ἐνοχλεῖ κάποιο πάθος, δέν πρέπει νά τα- ρασσόμεθα, ἀλλά νά ὑπομένουμε καί ν’ ἀγωνιζόμαστε, ἐπικαλούμενοι τόν Θεό. 2) Μή ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό μας. «Ἐμπαθεῖς ὄντες, οὐκ ὀφείλομεν ὅλως πιστεύειν τῇ ἰδίᾳ καρδίᾳ» (Ἀββᾶ Δωροθέου, ὅ.π., σ. 644). 3) Πόλεμος κατά τῶν παθῶν ὅσο εἶναι μικρά, ὅποτε καί ἀπαιτεῖται μικρότερος κόπος, παρά ὅταν μεγαλώ- σουν. «Ἄλλο τό ἐκτίλλειν μικρὰν βοτάνην καί ἄλλο τό ἐκριζῶσαι μέγα δένδρον» (Ἀββᾶ Δωροθέου, ὅ.π., σ. 424). 4) Ἀποκοπή τῶν αἰτίων τῶν παθῶν. Τά αἴτια τῶν παθῶν εἶναι οἱ πονηροί λογισμοί, γι’ αὐτό νά ἀρνούμε- θα τόν κακό λογισμό «ἐν τῇ γενέσει του» καί νά μήν ὑπακοῦμε στά ὅσα μᾶς προτείνει. Ὅποιος ἀποκρούει ἐγκαίρως τήν προσβολή τοῦ λογισμοῦ «πάντα τά ἔσχατα ὑφ’ ἕν περιέκοψεν» ( Ἰωάν- νου Δαμασκηνοῦ, Φιλοκαλία Β΄, σ. 14). Ἐάν δέν καταφρονήσει ὁ ἄνθρωπος τά πράγματα, τά πρόσωπα καί τίς σκέψεις πού προκαλοῦν ἕνα πάθος, «τοῦ πάθους ἐκείνου, ἐλευθεροῦσθαι οὐ δύναται» (Μαξίμου Ὁμολο- γητοῦ, ὅ.π., σ. 14). 5) Χρειάζεται ἐντατικός ἀγώνας, γιά νά μειώσουμε τά πάθη καί στή συνέχεια χρειάζεται νήψη, «ἵνα μή αὐξήσωσι» καί πάλι ἀγώνας, γιά ν’ ἀποκτήσουμε τίς ἀρετές καί πάλι νήψη, γιά νά διφυλάξουμε τίς ἀρετές. Ἔτσι, ὅλες οἱ προσπάθειες θά βρίσκονται μεταξύ ἀγώνα καί νήψεως (Μαξίμου Ὁμολογη- τοῦ, ὅ.π., σ. 15). 6) Ἀγάπη. «Ἀγώνισαι ἀ γα - πῆσαι πάντα ἄνθρωπον ἐξ ἴσου καί ἀπελαύνεις συλλή- βδην πάντα τά πάθη σου» ( Ὁσίου Θαλασσίου, Φιλο- καλία Β΄, σ. 213). 7) Ἀδιάλειπτη προσευχή. «Τό ἀδιαλείπτως ὀνομάζειν τόν Θεόν φάρμακόν ἐστιν ἀποτρεπτικόν, οὐ μόνον πάντων τῶν παθῶν, ἀλλά καί αὐτῆς τῆς πράξεως» (Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Βίβλος Βαρσανουφίου καί Ἰωάννου, ἐκδ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1974, σ. 216 - 217). 8) Ταπείνωση, «ἥν οἱ κτη- σάμενοι πάντα ἐνίκησαν» (Ἰωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ, σ. 129). 9) Μελέτη τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Εἶναι σημαντικό ὁ ἀγωνιζόμενος Χριστιανός νά ἀναλάβει «τήν μάχαιραν τοῦ Πνεύματος, ὅ ἐστι ρῆμα Θεοῦ» (Ἐφεσ. στ΄, 17). «Ρήμασι θείοις ἀδιαλείπτως σχό- λαζε· ἡ γάρ περί αὐτά φιλο- πονία καταναλίσκει τά πάθη» (Νικοδήμου Ἁγιορεί- του, Βίβλος Βαρσανουφίου καί Ἰωάννου, ὅ.π., σ. 262). 10) Ἐφαρμογή τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου, πού θεραπεύουν τά πάθη. Ὁ Ὅσιος Φιλόθεος ἐξηγεῖ: Οἱ ἐντολές «τό τριμερές τῆς ψυχῆς δοκοῦσι νομοθετεῖν καί ὑγιές ποιεῖν, δι’ ὧν προστάττουσιν. Μᾶλλον δέ οὐδέ δοκοῦσι μόνον, ἀλλά καί ἀληθινῶς αὐτό ὑγιάζουσι» (Φιλοκαλία Β΄, σ. 279 - 280). Δηλαδή, οἱ ἐντολές τοῦ Κυρίου φαίνονται ὅτι νομοθετοῦν τό τριμερές της ψυχῆς. Μᾶλλον δέν φαίνονται μόνο, ἀλλά καί στ’ ἀλήθεια τό καθιστοῦν ὑγιές. Ἰδού πῶς: Τό Λογιστικόν θεραπεύει ἡ ἐντολή «ὅς οὐ λαμβάνει τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολου- θεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστί μου ἄξιος» (Ματθ. ι΄, 38). Βεβαίως, ἡ ἐντολή αὐτή δέν σημαίνει νά γίνει κανείς ἀνα- χωρητής, ἀλλά νά ἔχει τήν προαίρεση ἕτοιμη, γιά νά ἐγκαταλείψει τά πάντα χάριν τοῦ Χριστοῦ. Τό Θυμικόν, ἡ ἐντολή «πᾶς ὁ ὀργιζόμενος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ εἰκῆ ἔνοχος ἔσται τῇ κρίσει» (Ματθ. ε΄, 22). Δηλαδή, νά ἀποφεύγεται ἡ ὀργή. Τό Ἐπιθυμητικόν, ἡ ἐντολή «πᾶς ὁ βλέπων γυναῖκα πρός τό ἐπιθυμῆσαι αὐτήν ἤδη ἐμοίχευσεν αὐτήν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ» (Ματθ. ε΄, 28).

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ 

0 Σχόλια